Θαλασσινά και Σαρακοστή
Οι αλήθειες πίσω από την παράδοση.
«Αφού δεν τρώμε ψάρι, γιατί τρώμε χταπόδι και καλαμάρια;» είναι μια κοινή ερώτηση που κάνουν τα παιδιά, όταν αρχίζουν να αντιλαμβάνονται ότι υφίσταται κάποιο κανονιστικό σύστημα που υπαγορεύει συγκεκριμένες διατροφικές απαγορεύσεις και ρυθμίζει τις νηστείες, κυρίως αυτήν της Σαρακοστής.
Η απάντηση είναι απλή και έχει τις ρίζες της στο ιουδαιοχριστιανικό – και μετέπειτα το βυζαντινό μας – παρελθόν. Το χταπόδι, όπως και τα υπόλοιπα θαλασσινά, δεν έχουν αίμα. Η κατανάλωση κρεάτων με το αίμα τους υπήρξε ανέκαθεν ταμπού για τους Εβραίους. Για τους χριστιανούς, αυτές οι τροφές απαγορεύτηκαν πολύ αργότερα και συγκεκριμένα με την 58η Νεαρά του βυζαντινού αυτοκράτορα Λέοντος του ΣΤ’. Έτσι μέχρι σήμερα, όταν νηστεύουμε, αποφεύγουμε τις τροφές που έχουν αίμα. Και φυσικά, τα ψάρια έχουν αίμα.
Οι μόνες περιπτώσεις που κατά τη διάρκεια της σαρακοστιανής νηστείας επιτρέπεται από την Εκκλησία η κατανάλωση ψαριού είναι η ημέρα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου (25η Μαρτίου) και η Κυριακή των Βαΐων. Η συνήθεια να τρώμε μπακαλιάρο, κυρίως την 25η Μαρτίου, έχει μια πρακτική διάσταση. Με εξαίρεση τα νησιά, όπου το φρέσκο ψάρι δεν ήταν ποτέ πολυτέλεια, οπουδήποτε αλλού στην Ελλάδα ο παστός μπακαλιάρος εκείνες τις εποχές αποτέλεσε την εύκολη λύση, καθώς ήταν πιο εύκολο να τον προμηθευτεί κανείς και επιπλέον, μπορούσε να διατηρηθεί εκτός ψυγείου, οπότε πέρασε και στη διατροφική μας παράδοση.
Οι πρωταγωνιστές του σαρακοστιανού τραπεζιού.
Κάποτε, οποιοσδήποτε βουτούσε στη θάλασσα ή είχε μια απόχη μπορούσε να εξασφαλίσει λίγα θαλασσινά, μια τροφή καθόλου ευκαταφρόνητη που παρέχει μάλιστα έναν ικανό αριθμό πρωτεϊνών. Και επειδή οι πρωτεΐνες ήταν πάντα απαραίτητες για τον ανθρώπινο οργανισμό, κυρίως σε περιόδους μακράς νηστείας, τα θαλασσινά έγιναν οι πρωταγωνιστές του σαρακοστιανού τραπεζιού. Συνεπώς, δεν θα πρέπει να μας παραξενεύει το γεγονός ότι οι σοφοί πατέρες της Εκκλησίας, όταν καθόριζαν τα ζητήματα της νηστείας, συμπεριέλαβαν στα νηστίσιμα φαγητά τόσο τις γαρίδες και τα λοιπά θαλασσινά (όστρακα και μαλακόστρακα), όσο και το λαχταριστό χταπόδι ή τη νόστιμη σουπιά.